- παλαιοανθρωπολογία
- Ανθρωπολογική επιστήμη που μελετά τις αρχαιότερες ανθρώπινες φυλές από σωματική άποψη. Κυριότερος σκοπός της π. είναι η διαπίστωση των φυλογενετικών σχέσεων μεταξύ των απολιθωμένων ανθρώπων και η ανακάλυψη, κατά συνέπεια, της καταγωγής του ανθρώπου.
* * *ηκλάδος τής παλαιοντολογίας και τής φυσικής ανθρωπολογίας ο οποίος μελετά την προέλευση και την εξέλιξη τού ανθρώπινου είδους.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. paleoanthropology (< παλαιο-* + ανθρωπολογία)].
Dictionary of Greek. 2013.